Το ματς χάθηκε από τα αποδυτήρια

Στην Ελλάδα υπάρχουν σήμερα περί τους 700.000 εργαζομένους με βαρέα –και ενίοτε υπερβαρέα– και ανθυγιεινά ένσημα. Αν κάποιος δεν γνώριζε την κατάσταση κι άκουγε μόνο τον συγκεκριμένο αριθμό, θα νόμιζε ότι βρίσκεται κάπου στην Κίνα. Θα θεωρούσε περίπου δεδομένο ότι ο ρυθμός ανάπτυξης τρέχει με +12% και εννοείται ότι θα έπεφτε από τα σύννεφα όταν θα άκουγε πανηγυρισμούς, επειδή η ύφεση φέτος δεν θα κλείσει στο –4%, αλλά στο –3,5%. Κι ευλόγως, μετά το πρώτο σοκ, θα του γεννιόταν το ερώτημα: Πού απασχολούνται όλοι αυτοί ή, καλύτερα, πού είναι κρυμμένοι; Αφού είναι γνωστό ότι ο όρος «βαριά βιομηχανία» στη χώρα μας είναι άνευ περιεχομένου και παραπέμπει εδώ και καιρό σε σύντομο ανέκδοτο. Oχι, βεβαίως, ότι δεν υπάρχουν κι εργαζόμενοι στα βαρέα. Δυστυχώς, όμως, τους ανθρώπους αυτούς «τους παίρνει η μπάλα». Kαι κάπως έτσι οι εργαζόμενοι στα χαλυβουργεία χάνουν το δίκιο τους επειδή κάποιοι έδωσαν τα ίδια δικαιώματα στις χειρίστριες κοπτοραπτικών μηχανών, αλλά τα αφαίρεσαν από τους οδοκαθαριστές. Τρελά πράγματα, δηλαδή.

Τα συνδικάτα, από την πλευρά τους, ζουν το δικό τους δράμα. Τρέχουν τώρα να διασφαλίσουν τα ασφαλιστικά δικαιώματα των βαρέων και ανθυγιεινών, αλλά κάθε φορά που τολμούν να αναφέρουν τον αριθμό των δικαιούχων, χάνουν το ματς από τα αποδυτήρια. Γιατί καλά να το λες στον Ελληνα υπουργό Εργασίας, που είναι «υποψιασμένος», αφού «ξέρει» και δείχνει «κατανόηση» όταν του «κλείνεις το μάτι». Αλλά να το πεις στον Σουηδό ελεγκτή και να ελπίζεις ότι θα το πιστέψει, είναι σαν να έχεις δώσει ραντεβού με τη Δευτέρα Παρουσία και να την περιμένεις στην ώρα της. Γίνονται αυτά τα πράγματα;

Δεν νομίζω. Oπως δεν γίνεται να βάζεις μια ζωή μαξιμαλιστικά «θέλω» και να έχεις την απαίτηση να σου προκύπτουν. Ηταν μαθηματικώς βέβαιον ότι κάποια στιγμή η δουλειά «θα στράβωνε». Τώρα, η ΓΣΕΕ παρακολουθεί, ανήμπορη, σε αρκετές περιπτώσεις, να αντιδράσει, το ξήλωμα του πουλόβερ. Ενδεχομένως, θα μπορούσε κανείς να ισχυρισθεί ότι εκπρόσωπος των εργαζομένων ήταν, αυτή ήταν η δουλειά της: να επιδιώκει το καλύτερο. Λάθος, γιατί σε αυτήν την περίπτωση, το καλύτερο θα ήταν να εισπράτταμε όλη την επιταγή με το μηνιάτικο σπίτια μας, την 1η του μηνός. Και απλώς να την εξαργυρώναμε. Το σωστότερο, όμως, θα ήταν να έβαζε στο τραπέζι λογικές απαιτήσεις για να εξασφαλίσει αύριο-μεθαύριο το σημαντικότερο: εργασία – ασφάλιση – συντάξεις. Ακολουθώντας την ανάποδη τακτική –σε άμεση συνέργεια με τους πολιτικούς– το μόνο που κατάφερε ήταν να τρέχει σήμερα και να μην προλαβαίνει τα αυτονόητα. Iσως αυτή η κρίση να είναι μια καλή αιτία για να κάνουν και τα συνδικάτα την αυτοκριτική τους. Ετσι κι αλλιώς, όπως πάνε τα πράγματα, σε λίγο καιρό δεν θα έχουν και πολλά να κάνουν…

Leave a comment